
Ο Νίκος Κατσούλης είναι αδιαμφισβήτητα ένας εκ των πρώτων Ελλήνων που ασχολήθηκαν με το tattooing, τη δεκαετία του '80 συγκεκριμένα. Τριάντα χρόνια μετά, συνεχίζει να κάνει αυτό που αγαπά και ξέρει να κάνει καλά, για την ακρίβεια πολύ καλά. Μίλησε αποκλειστικά στο HeartbeatInk Tattoo Magazine δίνοντας μια εξαιρετικά πλούσια συνέντευξη. Μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στο πως ήταν το τατουάζ τις "παλιές μέρες", στους λόγους που εξελίχθηκε ως tattooer, στην αλματώδη πρόoδο που έχει γίνει στο καλλιτεχνικό κομμάτι του tattoo στις μέρες μας, στους ανθρώπους που πέρασαν από το Nico Tattoo όλα αυτά τα χρόνια, στην επιστροφή του στην Αλεξανδρούπολη, το θεσμό των tattoo conventions, ενώ διηγήθηκε ιστορίες από το παρελθόν που θα του μείνουν αξέχαστες.
Φωτογραφίες & συνέντευξη: Ινώ Μέη.
Πριν από δύο χρόνια, μετακόμισες πίσω στην Αλεξανδρούπολη. Τι σε οδήγησε σε αυτή σου την απόφαση;
Αυτό ήταν ένα πρόγραμμα που είχα στη ζωή μου από την αρχή. Δηλαδή, ξεκίνησα στην Αλεξανδρούπολη κι έφυγα σχετικά μεγάλος -γύρω στα τριάντα- για να δω τις δυνατότητες που είχα και πώς θα τις αξιοποιήσω σε μια πιο μεγάλη πόλη. Αλλά πάντα το σκεπτικό ήταν ότι θα γυρνούσα εδώ. Γι’ αυτό και τα είκοσι περίπου χρόνια που ήμουν στη Θεσσαλονίκη, κράτησα το studio εδώ, για να μπορέσω να ξαναγυρίσω. Δεν το εγκατέλειψα.
Ο χώρος που στεγάζεται τώρα το στούντιο είναι ο ίδιος που είχες από την αρχή ή έχει αλλάξει;
Όταν ξεκίνησα πριν από τριάντα χρόνια στην Αλεξανδρούπολη, το studio ήταν σ’ εκείνα τα δεδομένα. Μετά σε όλο αυτό το μεσοδιάστημα του πήγαινε έλα, δε δίναμε και τόσο σημασία στο χώρο, οπότε τώρα που γύρισα εδώ για τα καλά, αυτός ο χώρος δε μου έκανε. Οπότε μετακόμισα το studio και διαμόρφωσα τον χώρο μου να είναι όπως τον θέλω εγώ, ώστε να ζωγραφίζω και να μπορεί να υποδεχτεί κατά τι περισσότερο κόσμο.
Στο στούντιο αυτή τη στιγμή δουλεύεις μόνος σου ή έχεις κι άλλο προσωπικό;
Στην αρχή, ήμουν μόνος μου. Τώρα έχω κι ένα παιδί που μαθαίνει.
Οπότε ξαναέχεις μαθητές...
Εντάξει, είχα πει ότι δε θα το ξανακάνω…
Όμως τι άλλαξε;
Όμως, υπάρχει και λίγο το συναίσθημα, όταν σε πλησιάζει κανένα καλό παιδί... Η αλήθεια είναι ότι σε πλησιάζουν καθημερινά παιδιά γι’ αυτό το πράγμα. Ανοίγεις το facebook και θα υπάρχει κάθε βδομάδα κάποιος που θα ζητάει να του μάθεις, να σου δώσει λεφτά κλπ. Ε, δεν το κάνεις. Απλά, εδώ είναι τέτοιοι οι ρυθμοί, που πρέπει κάποιος να βρίσκεται στο studio. Κι άμα σε πλησιάσει και κάποιο παιδί που σε «ψήνει», γιατί είναι καλό παιδί, εντάξει.
Άρα «ψήθηκες» πάλι;
Μια από τα ίδια.
Έτσι είναι, δεν αλλάζει ο άνθρωπος τελικά (γέλια).
Ναι, δεν αλλάζει (γελάει).
Παρόλο που βρίσκεσαι σε ένα πιο «ήρεμο» περιβάλλον από αυτό της Θεσσαλονίκης, τις προάλλες μου ανέφερες ότι δεν έχεις «ηρεμήσει». Τι ακριβώς εννοείς;
Αν ενδιαφέρεσαι πολύ για τους πελάτες σου, δεν εφησυχάζεις. Βέβαια στο tattoo ξέρεις πως είναι, μπορεί να λέγονται «πελάτες» αλλά στην ουσία δεν είναι πελάτες. Είναι άνθρωποι που διατηρείς μεγάλες σχέσεις μαζί τους και που κάποιοι από αυτούς γίνονται και φίλοι σου. Αυτό λοιπόν σε κάνει να πρέπει να είσαι όλη μέρα στο tattoo. Το θέμα ήταν να ξεφύγω λίγο από αυτό. Έφυγα από τη Θεσσαλονίκη γιατί πλέον μεγάλωσα. Εντάξει, όταν μεγαλώνεις είναι διαφορετικά τα πράγματα, κουράζεσαι. Όταν κάνεις δικά σου σχέδια, θέλεις να ζωγραφίσεις και αυτό απαιτεί πολύ χρόνο. Όταν αρχίζουν κι έρχονται οι φίλοι, οι γνωστοί κι οι παλιοί σου πελάτες και σου ζητάνε πράγματα και πρέπει να τους εξυπηρετήσεις, πάλι φορτώνεσαι, οπότε δεν άλλαξε στην ουσία τίποτε. Εκείνο που άλλαξε σίγουρα είναι το φόρτο, γιατί μη ξεχνάς ότι στο Nico Tattoo για δέκα-δεκαπέντε χρόνια εργάζονταν είκοσι-τριάντα άτομα κι εγώ διευθετούσα όλες τις καταστάσεις, οπότε ήθελα να φύγω κι από αυτό.
Κατάφερες τελικά να «ξεφύγεις» από αυτό το κομμάτι;
Ναι, έχει τελειώσει. Δεν ασχολούμαι πια με όλα αυτά τα studio. Σιγά-σιγά έχασα τη φύση του tattoo γιατί ασχολούμουν συνεχώς με τα studio, τις ανάγκες τους και με τα προβλήματα που είχαν τα παιδιά… Ξεκίνησε σαν επιχείρηση και κατέληξε σαν ένα θηρίο που δεν μπορούσα να ασχολούμαι με αυτό.
Θα πρέπει να επιλέξεις αν θα είσαι επιχειρηματίας, ας το πούμε έτσι, γιατί δεν ήταν ποτέ το όνειρό μου μια επιχείρηση, ή τατουατζής. Τα τελευταία χρόνια ασχολούμαι πολύ με τη ζωγραφική. Φτιάχνω δράκους, προσπάθησα να έχω ένα στυλ και να δουλεύω πάνω σε αυτό κι αυτό είναι που με ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή. Μαζί και τα δυο δε γίνονται, οπότε έπρεπε να επιλέξω. Η επιλογή μου ήταν να γυρίσω στην ηρεμία. Εντάξει είμαι και σαράντα οκτώ χρονών πλέον, δηλαδή τα όριά μου είναι πολύ χαμηλότερα. Μετά είναι και η οικογένεια, έχω δυο παιδιά και κάποια στιγμή έπρεπε να ασχοληθώ και με αυτά. Εδώ στην Αλεξανδρούπολη, τα παιδιά περνάνε σίγουρα καλύτερα. Είναι καλύτερη η ποιότητα ζωής.
Πάμε λίγο πίσω στο παρελθόν... Πως ήρθες αρχικά σε επαφή με το tattoo; Πως ήταν η κατάσταση εκείνα τα χρόνια;
Καταρχήν, μην ξεχνάς ότι βρισκόμουν στην Αλεξανδρούπολη. Ούτε στη Θεσσαλονίκη, ούτε στην Αθήνα, οπότε αν τα πράγματα ήταν γενικά δύσκολα τότε, στην Αλεξανδρούπολη ήταν δέκα φορές πιο δύσκολα. Δεν υπήρχε καμιά επαφή με το τατουάζ. Το 1985 δεν υπήρχε το διαδίκτυο, η δορυφορική τηλεόραση, οι πιστωτικές κάρτες, τα αεροπλάνα ήταν ακριβά για να ταξιδέψεις και η επαφή με το εξωτερικό ήταν μηδενική. Το tattoo ήταν κάτι τελείως ανατρεπτικό. Σε όλη την Ελλάδα υπήρχαν τρία-τέσσερα άτομα, εκτός από τον Jimmy στην Αθήνα, που κάναν tattoo. Αυτά, γύρω στο 99%, ανήκαν στο χώρο του punk. Υπήρχε η Σουζάνα στην Αθήνα, ο Πάνθηρας στη Θεσσαλονίκη, εγώ στην Αλεξανδρούπολη και κάνα δύο από εδώ κι από εκεί. Αυτοί ήμασταν και βασικά γνωριζόμασταν λόγω του χώρου του punk.
Υπήρχε η δίψα για διαφορετικότητα και κατά προέκταση η εκκεντρικότητα. Το tattoo ήταν απλά ότι κάναμε κάτι διαφορετικό, ώστε να ξεχωρίσουμε από τους υπόλοιπους. Οι μόνοι που έκαναν tattoo τότε, ήταν οι πάνκιδες και οι φυλακόβιοι. Δηλαδή, δεν είχε καμία σχέση με αυτό που ζούμε σήμερα. Ούτε πιστεύαμε ποτέ ότι αυτό το πράγμα θα έφτανε στο σημείο που είναι σήμερα. Δεν υπήρχε περίπτωση να φανταστείς κάτι τέτοιο. Δε λέω, από τη μια είναι πολύ καλό αυτό που συμβαίνει τώρα. Απλά όταν κάτι μεγαλώνει σε τέτοιο βαθμό πέρα από τα θετικά, έχει και τα αρνητικά του.
Πως ξεκίνησες να «βαράς» εκείνα τα χρόνια;
Ξεκινάς, κλασικά, με βελόνες, με το χέρι, με τσιμπιδάκια, με κλωστές τυλιγμένες στις βελόνες για ράψιμο, κλωστές για χάντρες που ήταν πιο ψιλές, τρελά πράγματα. Μελάνια τότε, εννοείται, πως δεν υπήρχαν, χρησιμοποιούσαμε μελάνι ραπιδογράφου. Στην αρχή όλοι βαράγαν με το χέρι, με βελόνες. Μετά όποιος ήταν ο πιο «έξυπνος» έφτιαχνε ένα μοτεράκι με στυλό και πάνω κάτω η βελόνα. Αυτός λοιπόν έκανε τους άλλους να σταματήσουν, οπότε και γινόταν ο τατουατζής της περιοχής.
Έτσι, άρχισα να κάνω tattoo. Όμως, τότε δεν υπήρχαν εικόνες με τατουάζ για να αντλήσεις θεματολογία. Οπότε η θεματολογία ήταν κυρίως τα εξώφυλλα από δίσκους. Δεν υπήρχε καν ξένος τύπος στην Αλεξανδρούπολη, παρά μόνο στη Θεσσαλονίκη, στο βιβλιοπωλείο ο Μόλχος. Να φανταστείς έκανα ταξίδι να πάω στη Θεσσαλονίκη στον Μόλχο για να πάρω ένα τεύχος του περιοδικού Easy Rider. Το Easy Rider ήταν τότε το μόνο περιοδικό που είχε μέσα φωτογραφίες από ανθρώπους με tattoo, τους μηχανόβιους δηλαδή. Εκεί σε μια γελοιογραφία είχε κι έναν τύπο που κουβαλούσε μια γκόμενα πάνω στη μηχανή και φαινόταν το μηχανάκι που δεν ήταν μοτεράκι, αλλά ήταν σαν τα ηλεκτρικά κουδούνια που υπήρχαν παλιά έξω από το ασανσέρ για να χτυπήσουμε το κουδούνι σε περίπτωση κινδύνου (σ.σ. το «κομβίον κινδύνου»). Αυτό το κουδούνι δούλευε με δυο πηνία, όπως το μηχανάκι του tattoo. Το μηχανάκι που έχουμε για το τατουάζ είναι σαν δυο μαγνήτες και από πάνω το έλασμα που ανεβοκατεβαίνει. Αυτή είναι η λειτουργία του tattoo machine, αλλά σε μικρογραφία. Οπότε από την γελοιογραφία κατάλαβα ότι τα μηχανάκια του tattoo είχαν τους ίδιους μαγνήτες με αυτούς του κουδουνιού. Έτσι, ξήλωσα αυτά τα κουδούνια από ένα ασανσέρ, τα οποία όμως δεν μπόρεσα να τα κάνω κάτι καθώς ήταν στα 220 τα volt και μεγάλα σε μέγεθος. Τότε άρχισαν τα πειράματα, με χερούλια από πόρτες, μαγνήτες από μοτοσυκλέτες κ.ά. Θυμάμαι, πήγαινα σε συνεργία να μου «τυλίξουν» μαγνήτες και γελούσαν όλοι, «τι λέει αυτός, τα θέλει για τατουάζ» έλεγαν…
Έτσι, σιγά-σιγά, κατάφερα και έφτιαξα μηχανάκια, οπότε σταμάτησαν να κάνουν τατουάζ οι υπόλοιποι της παρέας, γιατί εγώ έκανα καλύτερα, επειδή είχα μοτεράκι. Μετά σταμάτησαν οι Κομοτηναίοι, σταμάτησαν οι Ξανθιώτες και το πράγμα προχώρησε.
Για πολλά χρόνια λειτουργούσα με αυτά που σκαρφιζόμουν. Γιατί έτσι κι αλλιώς δεν μπορούσες να έχεις με τίποτα επαφή με το εξωτερικό, για να αγοράσεις κάτι. Ακόμα κι όταν άρχισαν να βγαίνουν τα tattoo περιοδικά -όπου πάλι έπρεπε να κατέβεις στη Θεσσαλονίκη ή στην Αθήνα για να τα αγοράσεις- και είδα πως υπήρχαν κάποιες εταιρείες που κατασκεύαζαν και πουλούσαν μοτεράκια, μια ή δυο παγκοσμίως που ήταν στην Αμερική, ήταν αδύνατο να αγοράσεις.
Γιατί αυτό;
Γιατί δεν είχες πιστωτική κάρτα και δεν ήσουν τριάντα ή σαράντα χρονών. Ήσουν έφηβος και οι συναλλαγές στην Ελλάδα ήταν αδιανόητες με την Αμερική, σε αυτή την ηλικία. Έπρεπε να έχεις δηλωμένο συνάλλαγμα από τον πατέρα σου, έπρεπε χίλια δυο, τα οποία έγιναν αργότερα γιατί δεν γινόταν αλλιώς. Το 1990 ένας φίλος μου σπούδαζε στην Αγγλία και αυτός μου έστειλε για πρώτη φορά μοτεράκι και «κανονικά» χρώματα, γιατί μέχρι τότε όλα τα χρώματα ήταν αυτοσχέδια. Βράζαμε μελάνια, βράζαμε δέντρα, βράζαμε φυτά, βράζαμε ό,τι μπορείς να φανταστείς, για το περιβόητο φυτόχρωμα, αυτή την «πατάτα» που λέγαμε παλιά. Που θα βρούμε φυτόχρωμα; Από τα φυτά. Άντε και βράζαμε παντζάρια.
Και λειτουργούσε;
Όχι δε λειτουργούσε, τίποτα δε λειτουργούσε. Το τι έχω βάλει στο σώμα μου... Δεν μπορείς να φανταστείς πόσα σημάδια έχω από διάφορα, μέχρι και από μελάνια για μπλούζες!
Τα πράγματα στο tattooing ήταν ακόμα αρκετά κλειστά το 1990. Πως κατάφερε ο φίλος σου να σου πάρει μοτεράκι και μελάνια;
Διότι έτυχε να έχει έναν γνωστό, αλλιώς δεν υπήρχε περίπτωση. Ήταν όντως πολύ κλειστή η κοινωνία του tattoo, ακόμα και στο εξωτερικό τη δεκαετία του 80 και του 90. Εκείνη την εποχή στείλαμε στον Hanky Panky κάποιους φίλους που πήγαιναν ταξίδι στην Ολλανδία για να ρωτήσουν που θα βρουν μηχανάκια και στείλανε το «σκύλο» να τους δαγκώσει... Τότε ακόμα, πολλοί δε θέλανε ούτε να μάθεις, ούτε να ρωτάς πολλά-πολλά, μη τους φας τη δουλειά.
Τα πράγματα πως εξελίχθηκαν στη συνέχεια;
Τα πράγματα άρχισαν να προχωρούν και εγώ πλέον είχα το μεγάλο πλεονέκτημα του στρατού. Είχα φτιάξει ένα studio -το οποίο εννοείται πως ήταν παράνομο αφού τότε δεν υπήρχαν τέτοια πράγματα- και είχα μια ταμπέλα έξω και ήταν πάνω στην κάθοδο που κατέβαιναν οι στρατιώτες. Ήταν μια σύμπτωση που ωστόσο με βοήθησε πάρα πολύ, γιατί κάθε μέρα περνούσαν από μπροστά περίπου 5000 στρατιώτες που πηγαίναν στα στρατόπεδα, καθώς η Αλεξανδρούπολη είχε πολύ στρατό τότε. Ήταν η πρώτη φορά που ο κόσμος απελευθερωνόταν από τη μαμά του, όποτε γινόταν της κακομοίρας από tattoo. Να φανταστείς στην Αλεξανδρούπολη το 1995 έκανα δέκα με δώδεκα tattoo την ημέρα. Αυτό με έκανε να μαθαίνω και να ασχολούμαι πάρα πολύ με το τεχνικό κομμάτι, διότι μέχρι που εμφανίστηκε το my space και το facebook το tattoo ήταν καθαρά το τεχνικό κομμάτι, γιατί ακόμα δεν είχαμε επαφή ώστε να δούμε κάτι που να αφορούσε το καλλιτεχνικό. Δηλαδή για να δεις τι γινόταν τότε στον κόσμο του tattoo, έπρεπε να δώσεις δώδεκα ευρώ και να πάρεις ένα περιοδικό του Vialettο για παράδειγμα ώστε να δεις κανένα καλό tattoo. Στο ιντερνέτ πάλι έπρεπε να ξέρεις ποιον ψάχνεις, πράγμα δύσκολο. Μόνο όσοι ασχολούμασταν, με την έννοια να πηγαίνουμε σε conventions έξω ως επισκέπτες, όχι να συμμετέχουμε, ανακαλύπταμε κάποια πράγματα και μετά τα ψάχναμε και στο ίντερνετ. Όλη η έκρηξη και η αλλαγή και η καλλιτεχνία ήρθε μέσα από το my space και το facebook που μπορούσες να δεις, να αντιγράψεις, να μάθεις, να διδαχτείς. Για την τέχνη μιλάμε. Μέχρι τότε ήταν καθαρά τεχνική. Όποιος τα πήγαινε καλά τεχνικά, ήταν και καλός τατουατζής στην Ελλάδα.
Η καλλιτεχνία δηλαδή, κατά τη γνώμη σου, ήρθε με τα social media;
Η καλλιτεχνία δεν υπήρχε καν. Δε νομίζω ότι και έξω να ήταν διαφορετικά. Το 1994-95 που βρισκόμουν στην Μπολόνια όπου γίνονταν ένα από τα μεγαλύτερα και πιο διαδεδομένα φεστιβάλ της Ευρώπης έβλεπες πάλι το ίδιο επίπεδο, μη νομίζεις ότι υπήρχε κάτι διαφορετικό. Αυτοί που ξεχωρίζαν ήταν συγκεκριμένοι, όπως ο Filip Leu που είναι μοναδικός, ο Claus Fuhrmann και κάποιοι άλλοι καλλιτέχνες από την ευρύτερη περιοχή γύρω από την Ελβετία, Βόρεια Ιταλία, Αυστρία, Ολλανδία και Γαλλία.
Στην Ελλάδα, θεωρώ πως η αλλαγή στο να αρχίσει κάνει ο κόσμος tattoo, ήρθε με τη δορυφορική τηλεόραση. Τότε είδε για πρώτη φορά ο Έλληνας κάτι άλλο. Μέχρι τότε δεν έβλεπε τίποτε άλλο, δεν ενημερωνόταν από πουθενά αλλού, εκτός από την τηλεόραση. Η τηλεόραση ήταν τα δυο κρατικά κανάλια.
Από την ώρα λοιπόν που είδαμε στο MTV τους Red Hot Chili Peppers και τους Guns and Roses με εμφανή τατουάζ, και τους είδε και η μάνα μας, τα σκηνικό στο tattoo άρχισε σιγά-σιγά να αλλάζει. Δηλαδή, οι Guns and Roses είχαν tattoo παντού στα χέρια και οι περισσότεροι είδαν για πρώτη φορά στη ζωή τους tattoo. Να φανταστείς το top tattoo τότε ήταν ό,τι είχε σχέση με τους Guns and Roses. Δεν ήταν της μόδας, απλά δεν είχαν κάτι άλλο να δουν. Έλεγαν, «τι tattoo θα κάνουμε; Εκείνο το πιστόλι με τα λουλουδάκια» και δε συμμαζεύεται. Και από εκεί άρχισε η αλλαγή. Άρχισαν ξαφνικά κάποιοι «κανονικοί» άνθρωποι της πόλης να κάνουν tattoo.
Έτσι όλο και ανέβαινε η δουλειά, επειδή αυτή η μεγάλη πελατεία που είχα, ήταν στρατιώτες από όλη την Ελλάδα, οι οποίοι άλλαζαν συνέχεια και κάθε έξι με οχτώ μήνες έφευγαν και έρχονταν καινούργιοι. Μετά όλοι αυτοί έφευγαν και πήγαιναν στα μέρη τους. Αυτό με έκανε γνωστό στην Ελλάδα με την έννοια ότι παντού υπήρχαν tattoo από την Αλεξανδρούπολη. Όταν έγινε το πρώτο convention στην Αθήνα από τον Βασίλη από το Medusa Tattoo -τότε που μπορεί να είχαμε γνωριστεί κιόλας, που είχες ανέβει στη σκηνή και είχες ένα tattoo από τη Βάσω, είδες όλη η ιστορία εδώ είναι γραμμένη...- πήγαινα να μπω κι ο πορτιέρης έλεγε «με θυμάσαι ήμουνα φαντάρος στην Αλεξανδρούπολη». Πήγαινα να πιεις νερό στο μπαρ, ο μπάρμαν έλεγε «εσύ μου έμαθες να κάνω tattoo, να μου αρέσουν τα tattoo, σε γνώρισα πρώτη φορά στην Αλεξανδρούπολη». Είχα πάθει πλάκα γιατί ήταν πάρα πολύς κόσμος που ασχολείτο με το tattoo, όπως και πολλοί τατουατζήδες στην αρχή είχαν περάσει σα φαντάροι από το studio στην Αλεξανδρούπολη πριν ξεκινήσουν να είναι τατουατζήδες,
Γύρω στο 1996-97 πήρα την απόφαση να κατέβω στη Θεσσαλονίκη. Από εκεί και πέρα είναι άλλο το καπέλο... Μετά γίνεται το Nico Tattoo.
Το όνομα Nico Tattoo πως προέκυψε;
Ήταν Νίκος ή tattoo by Nick, παρακμιακά τελείως. Να σου πω αλήθεια δεν θυμάμαι καν γιατί...
Και πήγες κι άνοιξες στούντιο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης;
Στο ξεκίνημα δεν υπήρχαν τα χρήματα. Ξεκίνησα σε ένα μικρό υπόγειο, με την προοπτική πάντα να βγούμε προς τη Ναυαρίνου που ήταν το cult μέρος της Θεσσαλονίκης. Επίσης, στην Αλεξανδρούπολη από το ΄95 περίπου είχα ξεκινήσει να έχω μαζί μου τον πιτσιρικά τον Θωμά. Που είναι μαζί μου πολλά χρόνια. Από το 1995 που ήταν ένα πιτσιρίκι, ήθελε να μάθει tattoo. Τον πήρα και τον είχα μαζί μου. Μετά συνεχίσαμε γιατί έτυχε να είναι φοιτητής στη Θεσσαλονίκη και αυτός ήταν από τους πρώτους που ήταν μαζί μου και τον αγαπώ ιδιαίτερα.
Ο πρώτος;
Ναι. Και μετά αρχίζει η ιστορία αυτή... Μετά πήγαμε σε ένα μεγαλύτερο studio, γιατί τότε είχε ανέβει πάρα πολύ η δουλειά μας και τότε άρχισε να γίνεται το studio πιο πολύ, να το πω, «σχολή». Τότε ξεκίνησα να παίρνω κι άλλα άτομα που ήθελαν να μάθουν tattoo και το πράγμα αυτόματα μεγάλωσε πολύ γρήγορα, ανεξέλεγκτα, γιατί ερχόταν πάρα πολύ κόσμος, γινόταν χαμός. Το 1999 πήγαμε σε ακόμα μεγαλύτερο χώρο και εκεί περίπου τέλος του ΄99 πήρα τον Κώστα τον Τζηκαλάγια. Από το 1995 η γυναίκα μου η Πέγκυ ασχολείται με το body piercing και σύντομα αντιπροσωπεύει την Wildcat στην Ελλάδα. Αργότερα το 2001 όταν ήρθε το πρώτο μας παιδί, έμαθε στο Βασίλη, ο οποίος από εκεί και πέρα ανέλαβε το κομμάτι του body piercing και στη συνέχεια μαζί με το Στέφανο.
Οπότε, στις αρχές του 2000 άρχισε να αναπτύσσεται το Nico Tattoo σαν ομάδα, με τα μέλη της οποίας, μοιραζόμουν τις γνώσεις μου. Οι γνώσεις μου είχαν να κάνουν καθαρά με την εμπειρία μου στο tattoo. Δηλαδή το τεχνικό κομμάτι το είχα προχωρήσει πάρα πολύ για εκείνη την εποχή, για εκείνα τα δεδομένα.
Αυτό πως το εξέλιξες; Λόγω μεγάλης εξάσκησης;
Επειδή ακριβώς όλα τα πρώτα δέκα χρόνια δεν υπήρχε τρόπος να ασχολείσαι με την καλλιτεχνία, παρά μόνο σε ένα αρκετά μικρό βαθμό, υπήρχε η ενασχόληση με την τεχνική. Πως δηλαδή θα καταφέρεις να κάνεις σκιές, που σήμερα είναι πολύ εύκολο, γιατί μπορείς να πας να δεις πως τις κάνουν και να πάρεις μια μάγκνουμ έτοιμη, ενώ τότε έπρεπε όλα αυτά να τα κατανοήσεις, να τα επινοήσεις και να τα πράξεις. Δηλαδή όταν εγώ πάω τώρα σε ένα convention και ακούω τα μηχανάκια ξέρω ποιος έχει δουλέψει σε μένα. Κατάλαβες τι θέλω να πω.
Ο καθένας μπορεί να νιώσει καλά για κάτι που έχει κάνει στη ζωή του. Εγώ νοιώθω καλά γι’ αυτό, ότι το studio έβγαλε δέκα-δεκαπέντε άτομα τα οποία αυτή τη στιγμή είναι από τους καλύτερους τατουατζήδες στην Ελλάδα και αυτό είναι από τα πράγματα που υπερηφανεύομαι. Σήμερα ένα studio, έτσι όπως έχει εξελιχθεί το πράγμα, είναι καλό να σου μαθαίνει τεχνική και ζωγραφική αν είσαι apprentice. Για τα δεδομένα όμως εκείνης της εποχής, το θέμα ήταν η τεχνική και το πώς θα σε βγάλει στον κόσμο. Γιατί εσύ έβγαζες τον τατουατζή στον κόσμο. Σήμερα ο τατουατζής βγαίνει μόνος του στον κόσμο με το ίντερνετ. Τότε ο κόσμος ερχόταν σε ένα studio γιατί αυτό ήξερε και εσύ έπρεπε να του μάθεις πώς να φέρεται, πώς να αντιδρά και πώς να λειτουργεί.
Ποια είναι τώρα η γνώμη σου για το κομμάτι του apprenticeship στο tattoo, μετά από τόσα χρόνια και έχοντας αποκτήσει τις προσωπικές σου εμπειρίες;
Σήμερα το apprentice, από ό,τι έχω καταλάβει, γίνεται σε δύο διαφορετικά πλαίσια. Είτε κάποιος πληρώνει για να μάθει και έτσι υπάρχει μια εμπορική σχέση. Είτε γίνεται στα πλαίσια μιας τελείως φιλικής σχέσης. Όπως σου εξήγησα και πριν, τώρα, με το που αρχίζεις να κάνεις tattoo έχεις άμεση επαφή με τον κόσμο. Είναι δικός σου ο κόσμος. Τέρμα. Δεν εξαρτάσαι από κανέναν.
Όπως και να έχει, θεωρώ ότι το κομμάτι της μαθητείας προσφέρει σίγουρα παραπάνω. Υπάρχουν πάρα πολλά πράγματα που δεν τα ξέρεις και ένα studio τα ξέρει. Φυσικά, καλό είναι ένα νέο παιδί να κάνει apprenticeship σε κάποιους που να έχουν γνώσεις και όχι σε κάποιος που απλά έχουν ένα studio. Μπορεί ο άλλος να έχει δέκα τρόπους, να έχει κάποια μυστικά που δε θα τα μαθαίνεις ποτέ. Όχι τρελά μυστικά, απλά θα σε κάνουν να πας πιο γρήγορα. Επίσης, πέρα από την τεχνική, μπορεί να κερδίσεις και στο κομμάτι της ζωγραφικής. Υπάρχουν πολλά studios, αυτή τη στιγμή, που έχουν καταπληκτικούς καλλιτέχνες που μπορείς να πάρεις καλλιτεχνικά πράγματα.
Ακόμα κι αν έχεις βγει από την Καλών Τεχνών;
Τι σχέση έχει αυτό; Η Καλών Τεχνών από το tattoo απέχει πάρα πολύ. Ακόμα κι αυτή τη διαφορά για να την γεφυρώσεις, μπορεί να στη μεταδώσει κάποιος που ξέρει. Και δεν εννοώ εμένα.
Πως θα χαρακτήριζες τη ζωή ενός επαγγελματία tattoo artist;
Πιστεύω ότι έχει να κάνει με την ψυχοσύνθεση του καθενός. Δεν έχει να κάνει ούτε με τα tattoo, ούτε με τίποτα. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι ικανοποιημένοι και χωρίς να έχουν τίποτα και να είναι τατουατζήδες. Υπάρχουν και άνθρωποι που είναι στεναχωρημένοι ό,τι και να γίνει. Σίγουρα είναι μια υπέροχη δουλειά, δεν το συζητάμε. «Δουλειά» τέλος πάντων. Ειδικά για εμάς δεν ήταν ποτέ δουλειά, ούτε και για κανέναν άλλον που κάνει αυτό το πράγμα είναι δουλειά, ακόμα και από τους καινούργιους. Κάνεις αυτό που σου αρέσει και έχεις απολαβές από τα πάντα. Θες οικονομικές, θες κοινωνικές, είναι τέλεια. Είμαστε πολύ τυχεροί όλοι όσοι ασχολούμαστε με το tattoo. Βέβαια, σίγουρα σε επηρεάζει ο ανταγωνισμός όταν μπαίνει μέσα αυτό το επαγγελματικό, δηλαδή όταν θα πάει κάποιος πελάτης σου να κάνει tattoo κάπου αλλού θα στεναχωρηθείς, όχι γιατί έχασες λεφτά, αλλά λόγω της προσωπικής σχέσης με αυτό που κάνεις.
Ότι δηλαδή προτίμησε άλλο tattooer;
Ναι. Αν και δεν με έχει ενοχλήσει σχεδόν ποτέ αν πάει σε κάποιον καλύτερο ή τουλάχιστον κάποιον που θεωρώ εγώ καλύτερο. Με ενοχλεί όταν εγώ προσπαθώ να κάνω κάτι καλά και μετά μπορεί να δω τον πελάτη να πηγαίνει να κάνει κάτι τελείως ό,τι να ναι και όπου να ναι. Εγώ στέλνω πάρα πολύ κόσμο σε άλλους τατουατζήδες. Ας πούμε τώρα που είμαι εδώ στην Αλεξανδρούπολη μου ζητάνε πράγματα τα οποία δε γίνονται, είναι έξω από τα δικά μου όρια και περιθώρια και πιστεύω ότι αυτό το tattoo πρέπει να το κάνει για παράδειγμα ο DrPepper ή και κάποιοι άλλοι τατουατζήδες στην Αθήνα. Και του λέω αν θέλεις κάτι τέτοιο πρέπει να πας στην Αθήνα. Γιατί εκεί θα πάρεις, ρε φίλε, κάτι που είναι καλύτερο, σε αυτό το στυλ που θέλεις.
Μετά, ένα μεγάλο πρόβλημα αυτή τη στιγμή στο tattoo, για μένα, είναι ότι όλος ο κόσμος έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο, και καλά κάνει, βρίσκει ένα αριστούργημα που το έχει κάνει ένας τατουατζής A class στη Γερμανία ή στη Σουηδία, το αποθηκεύει στο κινητό του και πηγαίνει στο τατουατζίδικο της γειτονιάς του ή του χωριού του και θέλει να του κάνουν το ίδιο το μανίκι. Δε γίνεται ρε άνθρωπε να σου κάνουν αυτό το μανίκι, αυτού του επιπέδου, τι να κάνουμε; Και το κακό είναι ότι τα κάνουν, και οι διαφορές είναι τεράστιες και μετά έχουν πάνω τους ένα δράμα.
Νομίζω ότι το ιδανικό είναι να βρεις ένα στιλ, να ασχοληθείς με αυτό, να το κάνεις καλά, και να λες εγώ κάνω αυτό.
Το tattoo σου έχει προσφέρει περισσότερο χαρές ή λύπες;
Περισσότερες χαρές, εννοείται. Σου είπα είμαστε πολύ τυχεροί, κάνουμε αυτό που μας αρέσει, και έχουμε τα πάντα. Είναι πολύ σημαντικό το tattoo για μένα γιατί βοήθησε και βοηθάει ένα κομμάτι της νεολαίας που δεν μπορούσε να εκφραστεί. Στη ζωγραφική πριν το tattoo δεν είχες τίποτα να κάνεις για τα προς το ζην και μετά γινόσουν δημόσιος υπάλληλος. Ενώ τώρα βρέθηκε μια άκρη, σου αρέσει και μπορείς να ζωγραφίζεις και καταλήγεις να έχεις ένα studio, να βγάζεις λεφτά, να ζεις αξιοπρεπώς και να πηγαίνουν όλα καλά.
Tattoo artist ή tattooer;
Κοίταξε εγώ, λόγω της ηλικίας μου και των χρόνων που είμαι στο tattoo, είμαι τατουατζής. Αν το πάρουμε τώρα κανονικά, είναι όλα αυτά μαζί. Και τατουατζής είσαι και tattoo artist. Ένα κομμάτι του tattoo είναι τέχνη, η απόδοση και το τελικό αποτέλεσμα, τα οποία δε γίνονται χωρίς τεχνική. Όπως εξελίσσονται τα πράγματα με τα μοτεράκια, μπορεί μετά από δέκα-είκοσι χρόνια να είναι μόνο τέχνη, γιατί ενδεχομένως θα παίρνεις στα χέρια σου ένα μηχάνημα που γράφει «ακριβώς» και θα «βγάζεις» τέχνη με αποτέλεσμα σιγά-σιγά το τεχνικό κομμάτι να μην έχει πια και τόση σημασία. Όπως και να’ χει τα καινούργια μηχανάκια, βοήθησαν πάρα πολύ τους καινούργιους καλλιτέχνες, διότι δεν χρειάζεται πια να είσαι ο τεχνικός και ο τεχνίτης, να ρυθμίζεις μηχανάκια, να αλλάζεις μαγνήτες, να βρίσκεις βελόνες πιο χοντρές και να κάνεις χίλια δυο. Αυτό απλά το βάζεις και δουλεύει.
Οπότε όλη αυτή η πρόοδος με το κομμάτι του tattoo supply έχει «λύσει» τα χέρια σε ότι αφορά το τεχνικό μέρος, έτσι ώστε να εστιάσει κανείς στην καλλιτεχνία και να εξελίξει το σχεδιαστικό κομμάτι;
Πριν, για να καταλάβεις, είχες έναν καταστροφέα στα χέρια σου. Αγόραζες ένα μηχανάκι από την εταιρεία και έτρεχε ξέρω εγώ με χιλιάδες τρύπες το δευτερόλεπτο. Μόνο ζημιά μπορούσες να κάνεις. Έπρεπε αυτό το μηχανάκι εσύ να το φέρεις στα μέτρα σου, άρα έπρεπε να έχεις γνώση.
Όπως και να έχει πάντως το tattooing απαιτεί αφοσίωση. Εσύ θεωρείς ότι έχεις αφοσιώσει τη ζωή σου σε αυτό; Και πως συνδυάζεις το γεγονός ότι έχεις και οικογένεια;
Θες δε θες αφοσιώνεσαι. Να μη γελιόμαστε. Δηλαδή είμαι τριάντα χρόνια στη φάση. Έχουν περάσει από το στούντιο πάνω από τριάντα άτομα που μπήκανε και βγήκαν. Δεν ξέρω κανέναν που να μην είναι αφοσιωμένος. Αφοσιώνεσαι θες δε θες. Απλά από το πόσο αφοσιώνεσαι θα εξαρτηθεί και η εξέλιξη σου. Το αγαπάς, το λατρεύεις και είναι τρόπος ζωής.
Ξυπνάς και κοιμάσαι μ’ αυτό. Έχεις να ασχοληθείς με το αυριανό σου tattoo, θα ζωγραφίσεις όλο το βράδυ, την ημέρα σου θα την περάσεις κάνοντας tattoo, πολύς χρόνος για την οικογένεια δυστυχώς δεν υπάρχει. Αυτή είναι η αλήθεια. Εξαρτάται δηλαδή από το τι θέλεις να κάνεις. Αν θες να πας αύριο και να κάνεις πέντε τατουαζάκια περαστικά με λουλουδάκια και πεταλουδίτσες που πετάνε, ΟΚ έχεις χρόνο και για την οικογένεια, έχεις χρόνο και για ό,τι θέλεις. Αλλά αν θέλεις να κάνεις κάτι αξιόλογο ή κάτι μοναδικό για το οποίο πρέπει να ζωγραφίζεις δύο ημέρες δεν υπάρχει μέρα που να μείνει ελεύθερη.
Οι δικοί μου, και μου έχουν συμπαρασταθεί και με στηρίζουν και τους ευχαριστώ.
Τι είναι αυτό που έτσι σου δίνει δύναμη αλλά και έμπνευση ώστε να συνεχίσεις μετά από τριάντα χρόνια που ασχολείσαι με αυτό το tattoo;
Την απολαβή την παίρνεις μόνο αν εσύ νοιώσεις ότι έκανες κάποια στιγμή κάτι καλό. Δεν την παίρνεις από τους άλλους, από αυτό που θα πούνε. Δεν περιμένεις να σου πει ο άλλος «μπράβο» και να νοιώσεις καλά. Βέβαια σίγουρα είναι καλό να σου πει ο άλλος μπράβο, αλλά δεν είναι η απολαβή που εσύ θα νοιώσεις ότι ναι έκανα κάτι καλύτερο τώρα απ’ την προηγούμενη φορά και προχώρησα λίγο παραπάνω. Αυτό είναι το πιο σημαντικό νομίζω.
Εγώ πάντως είμαι πολύ σκληρός όσον αφορά την αξιολόγηση της δουλειάς μου.
Πες μου για το tattoo style σου.
Το tattoo style μου είναι πιο πολύ Japanese. Η αλήθεια είναι ότι ασχολούμαι κυρίως με τους δράκους και πως το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς μου είναι οι δράκοι. Οι δράκοι έχουν φανατικούς οπαδούς. Έτσι έχω καταλάβει δηλαδή. Δεν το έκανα γι’ αυτό αλλά σιγά-σιγά μου άρεσε και αυτό. Ξέχασα να σου πω ότι ένας από τους λόγους που δεν χαλάρωσα στην Αλεξανδρούπολη, είναι ότι με κυνηγάνε οι δράκοι.
Τι εννοείς;
Το 60 με 70% της πελατείας μου, εδώ πέρα, το οποίο δεν μπορώ ν’ «αποφύγω» για να χαλαρώσω, είναι από άλλα μέρη της Ελλάδας και θέλουν να κάνουν δράκους. Αυτό ήθελα να πετύχω και το πέτυχα. Αλλά από την άλλη, ο κάθε δράκος πρέπει να είναι διαφορετικός από τον προηγούμενο και απαιτεί πολύ χρόνο. Άλλες φορές αφιερώνω τρεις ημέρες για να τον σχεδιάσω, άλλες φορές μία βδομάδα κι άλλες φορές και μερικές ώρες.
Τι ήταν αυτό που σε τράβηξε περισσότερο στους δράκους;
Δεν μπορώ να το εξηγήσω με λόγια... Εδώ και πολλά χρόνια όταν καθόμουν να ζωγραφίσω κάτι, αυτό ζωγράφιζα. Δεν ξέρω γιατί μου άρεσε τόσο πολύ. Πάντα, με γοήτευε η δυναμική των δράκων στο tattoo. Δεν μου αρέσει ας πούμε τόσο ο πίνακας με θέμα τον δράκο, όσο μου αρέσει το tattoo.
Επίσης, μου αρέσει η σχέση που έχει ο δράκος με το σώμα. Πιάνει απ’ την αρχή μια επιφάνεια, κάτι που είναι πολύ σημαντικό στο tattoo. Το να κλείνεις δηλαδή ένα χώρο με ένα θέμα και όχι να βάζεις μικρά πράγματα απ’ εδώ και ένα απ’ εκεί και μετά να γίνεται πανηγύρι.
Πότε άρχισες να προσανατολίζεσαι στο Japanese; Αποτέλεσε επιρροή σου ο Filip Leu;
Πρώτα απ’ όλα εκείνο που μου έκανε εντύπωση από τα παλιά χρόνια ήταν σίγουρα η δουλειά του Filip Leu η οποία ξεχώριζε, αν ξεχωρίζει σήμερα, πριν από είκοσι χρόνια εκείνος ήταν το Α και οι άλλοι το Ω. Όπως κι ο Claus Fuhrmann, που έκανε κάτι διαφορετικό.
Μέσα από τη δουλειά του Filip Leu είδα πως το Γιαπωνέζικο tattoo είναι το ιδανικότερο για το σώμα. Ήξερε να απομονώνει όλα τα αρνητικά στοιχεία και να «κόβει» το σώμα τελείως σωστά. Σίγουρα οι δράκοι του μου άρεσαν περισσότερο από οποιουδήποτε άλλου, οπότε μάλλον από εκεί ξεκίνησε...
Την ελληνική tattoo σκηνή πώς την βλέπεις;
Η ελληνική σκηνή είναι εκεί που έπρεπε να είναι. Έχει πολλούς καλούς τατουατζήδες, όπως έχει κι όλος ο πλανήτης πολύ καλούς τατουατζήδες.
Ποια είναι η γνώμη σου για τον θεσμό των tattoo conventions;
Από τα παλιά χρόνια ήταν η γιορτή μας, πηγαίναμε, περνούσαμε καλά, διαφημίζαμε τη δουλειά μας, γνωριζόμασταν μεταξύ μας και ήταν όλα super. Νομίζω ότι αυτό που το χαλάει είναι τα βραβεία, που δεν έχω κανέναν πρόβλημα με τα βραβεία, το studio μας έπαιρνε πάντα πολλά βραβεία, απλά δε μου αρέσει η σημασία που δίνεται. Τους δίνουν πάρα πολύ σημασία.
Θυμάμαι σε ένα από τα πρώτα φεστιβάλ που είχε ένα air condition χωρίς εξαερισμό και τρέχανε οι ιδρώτες μούσκεμα, και βαρούσαμε εκεί με τον Σάββα και τους υπόλοιπους και ήμασταν όλοι με τουρμπάνια στο κεφάλι και έτρεχε ο ιδρώτας μέχρι το πάτωμα...
Παλιότερα, τα tattoo conventions ήταν πολύ σημαντικά σε όλο τον κόσμο διότι δεν υπήρχε η πληροφόρηση. Σήμερα να μην γελιόμαστε δεν έχουν την ίδια αποδοχή που είχαν πριν λίγο καιρό νομίζω. Από μόνος του ο κόσμος το δείχνει ότι πλέον δεν πάει να δει κάτι που δεν θα το έβλεπε ποτέ. Βλέπει όλη μέρα tattoo στο internet, όλοι οι φίλοι του έχουν tattoo, δηλαδή κι από άγνωστους που ανοίγεις είναι φίλοι σου και οι μισές φωτογραφίες που θα περάσουν μέσα στο facebook και σ’ αυτά θα είναι με tattoo από έναν φίλο του, παίζει το tattoo πάρα πολύ πλέον. Οπότε σίγουρα έχει χάσει αυτή την αξία με την έννοια ότι πάμε να δούμε τους τατουατζήδες, πάμε να δούμε τη δουλειά τους, τη δουλειά τους την βλέπεις και στο internet. Εγώ νομίζω ότι αυτό ξεκίνησε πιο πολύ και για την μεταξύ μας φάση και όπως γινόταν και παλιά. Παλιά ας πούμε ήταν πολύ πιο δεμένο το convention, υπήρχε μια πολύ καλύτερη σχέση, ήμασταν λιγότεροι, γνωριζόμασταν, μπορεί να βγαίναμε μετά να φάμε όλοι μαζί. Δεν είχες άλλη επαφή. Περιμέναμε το convention να μιλήσουμε με κανέναν άλλον τατουατζή από την Ελλάδα.
Αυτό που πρέπει να καταλάβει ο κόσμος είναι ότι τα conventions είναι ιδιωτικές επιχειρήσεις. Γίνονται οπουδήποτε κι από οποιονδήποτε και οι διαγωνισμοί είναι happenings και δεν έχουν καμία βαρύτητα. Εκείνο που με ενοχλεί στους τελευταίους διαγωνισμούς είναι η επιλογή των κριτών. Βάζεις κριτή το παλικάρι που μάθαινε στο στούντιο μου και τώρα άνοιξε στούντιο τριάντα μέτρα πιο πέρα και κάνει πως δεν με ξέρει, να κρίνει το tattoo μου ή και το ανάποδο. Γι' αυτό μου άρεσε στο τελευταίο convention που πήγα στην Θεσσαλονίκη ότι οι κριτές ήταν ξένοι καλλιτέχνες που είναι και το πιο δίκαιο.
Πως βλέπεις την εμπορευματοποίηση του τατουάζ στις μέρες μας;
Πάντα υπήρχε η «εμπορευματοποίηση», από τη στιγμή που κάνεις tattoo και παίρνεις λεφτά. Αλλιώς το κάνεις τσάμπα. Παλιά εμείς τα κάναμε τσάμπα. Πίναμε ούζα και τα κάναμε. Κερνούσαμε ο ένας τον άλλον και κάναμε τα tattoo. Ανταλλαγή αυγών και τέτοιων δεν κάναμε, να σου φέρω την κότα από το χωριό αλλά ήταν κάπως έτσι. Απλά είπαμε, έχει και κάποια αρνητικά, όπως είπα και πριν, όπως η επιπολαιότητα του κόσμου σήμερα να παίρνει tattoo χωρίς να το σκεφτεί λίγο ιδιαίτερα ας πούμε, λίγο παραπάνω. Αλλά και από τη μεριά ίσως του τατουατζή πλέον, γιατί ακριβώς έχει ανοιχτεί πολύ ο «κλάδος»…
Και ότι δεν μπορείς να δίνεις στον άλλο, αυτό που δεν μπορείς να κάνεις σωστά.
Είμαστε και λίγο ανταγωνιστικοί στην Ελλάδα να σου πω την αλήθεια Υπάρχει ένας κακός ανταγωνισμός. Δηλαδή, από ότι έχω καταλάβει, πολλές φορές προτιμά ο άλλος να κάνει κάτι το οποίο δεν μπορεί να κάνει, αρκεί να μην πάει ο πελάτης σε κάποιον. Κι ας το κάνεις και τσάμπα. Το κάνει σε εξευτελιστική τιμή ας πούμε μην τυχόν και πάει αλλού. Δεν είναι σωστό αυτό.
Υπάρχει κάτι που θα συμβούλευες ένα νέο παιδί που θέλει τώρα να ασχοληθεί με το tattooing;
Πρέπει να ξέρουν να ζωγραφίζουν και να ασχοληθούν με τη ζωγραφική. Δεν έχει κάτι άλλο. Τα περιθώρια δεν είναι τα παλιά που ό,τι και να ήσουν θα προόδευες στο tattoo.
Όπως είπαμε, η εξέλιξη είναι η τέχνη. Το τατουάζ είναι τέχνη. Όταν έρχεται ο πελάτης και είναι πλέον πλήρως ενημερωμένος, και σου φέρνει μια τατουαζάρα από το internet και γυρνάει όλα τα μαγαζιά και θέλει να πάρει αυτή την τατουαζάρα, εσύ πως θα του την κάνεις άμα δεν ξέρεις να ζωγραφίζεις; Αυτοί με τα λουλουδάκια, τις καρδούλες και παρεμφερή θα τελειώσουν. Όταν η επόμενη γενιά, καθώς και οι δυο τρεις επόμενες θα δούνε όλους αυτούς με τα μικρά, μέτρια tattoo, με τις πατσοκοιλιές, τις ομορφονιές barwoman, τους μουσάτους με μπράτσα και θα είναι κοιλαράδες και πατσαφλιάδες και θα έχουν εκείνα τα tattoo τα πράσινα - γιατί όλα εκεί καταλήγουν. Οι επόμενες γενιές αυτό θα το σιχαθούν θα το συνδυάσουν με την προηγούμενη γενιά, θα το συνδυάζουν με τον μεγαλύτερο. Αυτός ο μιμητισμός και το μπραφ το τεράστιο του τώρα, αργότερα θα μειωθεί. Θα μείνουν πάλι αυτοί που θα κάνουν tattoo γιατί είναι λίγο ιδιαίτεροι, λίγο περίεργοι και σίγουρα αυτοί που θέλουν να κάνουν τέχνη. Έτσι πιστεύω. Είναι όπως το μαγιό, το σορτσάκι. Εμείς όταν ήμασταν μικροί φορούσαμε τα μαγιό τα στενά (σ.σ. τύπου speedo) και οι παππούδες φορούσαν μποξεράκια. Αν έβαζε κάποιος από δεκαπέντε μέχρι σαράντα ετών μαγιό μποξεράκι, θα γυρνούσε όλη η παραλία. Τώρα συμβαίνει το αντίθετο! Όποιος φοράει speedo είναι παππούς.
Πιστεύεις ότι ένας tattooer «οφείλει» να είναι γεμάτος tattoo;
Παλιά πίστευα ότι ναι, θα έπρεπε να έχει, γιατί ακριβώς το συνδέω πολύ με το συναισθηματικό κομμάτι. Ότι δηλαδή από τη στιγμή που κάνεις tattoo και το αγαπάς, δεν μπορεί να μην έχεις εσύ. Αλλά τώρα νομίζω ότι δεν το βλέπω έτσι, ότι δηλαδή μπήκε καθαρά αυτό που λέγαμε πριν, η τέχνη. Αλλά όχι... πιστεύω ότι θα πρέπει να έχει πολλά tattoo (γελάει).
Θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μας κάποια ιστορία από τις παλιές εποχές του tattoo που να θυμάσαι έντονα;
Θυμάμαι ότι ήθελα να μάθω tattoo και υπήρχε σε ένα περιοδικό αναφορά σε μια σχολή στην Αγγλία στο Tamworth. Το όνειρό μου ήταν να μαζέψω λεφτά, ήμουν σε άθλια οικονομική κατάσταση, και να πάω στο Tamworth. Αγγλικά δεν ήξερα. Μάζευα λεφτά, είχα κι αυτόν το φίλο μου που σου είπα το 1990 στην Αγγλία που σπούδαζε και κάνει αυτός το κονέ, οπότε φεύγω να πάω στην Αγγλία. Πάμε λοιπόν με τον φίλο μου για να είναι διερμηνέας. Φτάνουμε στο Tamworth το βράδυ και εγώ πάω να βρω τη διεύθυνση του δάσκαλου. Ψάχνουμε τους δρόμους και όταν φτάνουμε στο μαγαζί ο τύπος έχει ένα τατουατζίδικο που είναι χειρότερο από το δικό μου της Αλεξανδρούπολης.
Το 1995 ταξίδεψα στην Ολλανδία για να πάω στον Hanky Panky που ήταν το είδωλό μας τότε, να μου βαρέσει tattoo. Μπαίνω μέσα και έχει έναν τύπο και του βαράει σε ένα αρκετά απόκρυφο σημείο και μας λέει διάφορα, κάπως επιθετικά… η παλιά σχολή, ξέρεις. Αυτός όμως έμαθε τεχνική στο μισό πλανήτη. Είχα ένα σήμα της Harley στο μπράτσο και τον ρώτησα τι θα μου κάνει. Και αυτός γελώντας μου απάντησε, «θα σου κάνω ένα ταύρο και αυτή θα’ ναι η κουράδα του» (γελάει). Ήταν δυο μέτρα, οπότε γελάσαμε όλοι μαζί με το αστείο του. Τελικά, μου βάρεσε έναν Ινδιάνο που είχε ένα κολιέ που ήταν πάρα πολύ μεγάλο. Όταν μετά από χρόνια μου το κάλυψε ένας άλλος καλλιτέχνης, μου είπε «ο Ινδιάνος πως κουβαλούσε το κολιέ;» (γελάει).
Ένα άλλο περιστατικό που θυμάμαι και με είχε πειράξει πολύ, ήταν ότι με πήρε τηλέφωνο ένα πρωί μια γυναίκα και μου λέει «Να σε σημαδέψει ο θεός, όπως σημαδεύεις τα παιδιά μας». Αυτό δε θα το ξεχάσω.
Από το 2000 μέχρι και το 2010, ήταν μια δεκαετία πολύ δυνατή. Τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου. Ήμασταν στο Nico Tattoo μια ωραία και δυνατή ομάδα: Θωμάς (σ.σ. Thomas Gramm), Κώστας Τζηκαλάγιας, Alex Gotza, Theo Zinas, De Loop, Παντελής και Βασίλης. Το 2005 δημιουργήθηκε το στούντιο της Αθήνας, με πολύ αξιόλογα παιδιά, τον Σπύρο, τον Ozone, την Bettie, τον Δημήτρη Χατζή και τον Siemor. Θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους αυτούς που πέρασαν, βοήθησαν, συμμετείχαν στο Nico Tattoo όλα αυτά τα τριάντα χρόνια και συντέλεσαν στο να φτάσει εκεί που έφτασε.
Σου στοίχισε αυτή η αλλαγή;
Όχι, δεν μου στοίχισε τόσο πολύ. Σίγουρα σε στεναχωρεί αλλά νομίζω ότι αυτό που ήταν να κάνω εγώ το πέτυχα. Αυτό που ήθελα να πετύχω το πέτυχα. Δεν ήθελα κάτι παραπάνω από αυτό, ούτε κρατάει τίποτα αιώνια. Ήθελα να κάνω ένα studio, ήθελα να μάθω δέκα παιδιά, βγήκαν όπως ήθελα, βγήκαν καλοί και έχουν γίνει πάρα πολύ καλοί. Το θέμα είναι κάποιοι να σε ξεπεράσουν, αυτό θέλεις να κάνεις. Ό,τι ήθελα έγινε.
Tattoo work photographs courtesy of Nico Tattoo Crew.
Nikos Katsoulis Fine Art